29/11/09

Το τουρκικό σχέδιο για τη Θεολογική Σχολή

Η τουρκική κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο να την ονομάσει «Μειονοτική Επαγγελματική Σχολή της Χάλκης»Κύκλοι του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών σημειώνουν ότι βασική επιδίωξη της Άγκυρας είναι η σταδιακή μετατροπή του Πατριάρχη σε απλό ηγέτη μιας θρησκευτικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη.

Tο σενάριο να μετονομαστεί η Θεολογική Σχολή της Χάλκης «Μειονοτική Επαγγελματική Σχολή της Χάλκης» εξετάζει η τουρκική κυβέρνηση, στην περίπτωση που δώσει άδεια επαναλειτουργίας της. Σύμφωνα με το σχέδιο, οι μαθητές της σχολής θα λαμβάνουν απολυτήριο Λυκείου, ενώ, σε περίπτωση που δεν συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους σε πανεπιστημιακό ίδρυμα, θα καλούνται να υπηρετήσουν θητεία «μακράς διάρκειας» –15 μηνών– στις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις. Η σχολή, η οποία υπάγεται στο βακούφι (ίδρυμα) του Αγίου Γεωργίου, θα τελεί υπό τον έλεγχο του τουρκικού υπουργείου Παιδείας, καθώς η Άγκυρα δεν επιθυμεί να αποκτήσει ανεξάρτητο χαρακτήρα μέσω της ανάπτυξης ενός δικού της συστήματος εκπαίδευσης, αλλά να παραμείνει εντός του τουρκικού εκπαιδευτικού πλαισίου.

Το τελευταίο χρονικό διάστημα έντονη κινητικότητα γύρω από το θέμα έχει αναπτύξει και το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, αποστέλλοντας μάλιστα σχετική επιστολή προς τον πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν, όπου και εκτίθενται αναλυτικά οι απόψεις της τουρκικής διπλωματίας για τα οφέλη που θα προκύψουν από την επαναλειτουργία της σχολής. Στη συγκεκριμένη επιστολή, αφού γίνεται εκτενής αναφορά στις ιστορικές λεπτομέρειες που αφορούν τη σχολή, τονίζεται ότι η επαναλειτουργία της «θα άρει το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών σημειώνει επίσης προς τον κ. Ερντογάν ότι η μη λειτουργία της σχολής «βλάπτει την εικόνα της Τουρκίας, παρουσιάζοντάς τη ως εσωστρεφή χώρα που δεν έχει αφομοιώσει τις δημοκρατικές αρχές και, σε κάθε έκθεση προόδου της ΕΕ, το συγκεκριμένο θέμα εμφανίζεται ως πρόβλημα». Στην επιστολή επισημαίνεται ακόμη ότι, στο ενδεχόμενο που η Τουρκία επιτρέψει την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, «θα αποδείξει ότι δεν αποτελεί “χώρα φόβου” και θα συμπεριληφθεί μεταξύ των πιο δημοκρατικών χωρών της ΕΕ, ως κράτος στο οποίο δεν επικρατεί απαγορευτική νοοτροπία».

Προειδοποιήσεις
Στο τουρκικό έγγραφο πάντως υπάρχουν και αρκετές προειδοποιήσεις προς την τουρκική πολιτική ηγεσία, ενώ προτείνονται και διάφοροι τρόποι με τους οποίους θα μπορούσε η τουρκική διπλωματία να εκμεταλλευτεί το άνοιγμα της σχολής για να εξασφαλίσει ανταλλάγματα στη Θράκη. Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται, επειδή ο αριθμός των Ελλήνων στην Τουρκία είναι μικρός –οι Τούρκοι τον υπολογίζουν περίπου στα 3.000 άτομα– και αντίστοιχα η χωρητικότητα της σχολής μεγάλη, είναι πολύ πιθανό να υπάρξει εισροή μαθητών τόσο από την Ελλάδα, όσο και από άλλες χώρες του κόσμου. Προτείνεται, στο πλαίσιο αυτό, η λειτουργία της Σχολής να στηρίζεται στην «αρχή της αμοιβαιότητας» με την Ελλάδα, η οποία και θα πρέπει να προβεί σε ανάλογα βήματα στην περιοχή της Θράκης. «Κατά την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης πρέπει να εφαρμοστεί η αρχή της αμοιβαιότητας με βαρύτητα στην Ελλάδα. Το 1953, Ελλάδα και Τουρκία συνήψαν συμφωνία που προβλέπει τον αμοιβαίο διορισμό, κάθε χρόνο, 25 διδασκόντων για τη Δυτική Θράκη και την Κωνσταντινούπολη. Στη συνέχεια, το 1995, ο αριθμός των διδασκόντων ανήλθε στους 35. Ωστόσο η Ελλάδα μείωσε σε 16 τον αριθμό των διδασκόντων που θα διορίζονταν από την Τουρκία για τα μειονοτικά σχολεία της Δυτικής Θράκης», επισημαίνεται χαρακτηριστικά στο έγγραφο.

Σύνδεση με Θράκη
Η Άγκυρα χρησιμοποιεί τη Σχολή της Χάλκης ως μέσο πίεσης για να δεχτεί η Ελλάδα αύξηση των μειονοτικών σχολείων της Θράκης και του αριθμού των Τούρκων εκπαιδευτικών που διδάσκουν εκεί, ενώ συνδέει και το σύστημα ανάδειξης νέων ιερωμένων στη δομή του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την ικανοποίηση της διεκδίκησής της για εκλογή των μουφτήδων σε Ξάνθη και Κομοτηνή.

Κύκλοι του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών σημειώνουν ότι βασική επιδίωξη της Άγκυρας είναι η σταδιακή μετατροπή του Πατριάρχη σε απλού ηγέτη μιας θρησκευτικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, σε μια προσπάθεια απαξίωσης της Συνθήκης της Λωζάννης, η οποία ρητά αναγνωρίζει τους Έλληνες της Πόλης ως εθνική μειονότητα. Να σημειώσουμε ότι η τουρκική πλευρά επιχειρεί να συνδέσει την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης με την προώθηση των επιδιώξεών της στη Θράκη. Χρησιμοποιεί, δηλαδή, τη σχολή, ως μέσο πίεσης για να δεχτεί η Ελλάδα αύξηση των μειονοτικών σχολείων της Θράκης και του αριθμού των Τούρκων εκπαιδευτικών που διδάσκουν εκεί, ενώ συνδέει και το σύστημα ανάδειξης νέων ιερωμένων στη δομή του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την ικανοποίηση της διεκδίκησής της για εκλογή των μουφτήδων σε Ξάνθη και Κομοτηνή.

Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών σημειώνει προς τον κ. Ερντογάν ότι η μη λειτουργία της σχολής «βλάπτει την εικόνα της Τουρκίας»Σε κάθε περίπτωση πάντως η επαναλειτουργία της σχολής αποτελεί βασική προτεραιότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Εντός του επόμενου χρονικού διαστήματος, πρόκειται να ξεκινήσει ένας νέος κύκλος συναντήσεων μεταξύ εκπροσώπων του Οικουμενικού Πατριαρχείου και μελών της τουρκικής κυβέρνησης, προκειμένου να αναζητηθεί τρόπος επαναλειτουργίας της σχολής. Να επισημάνουμε πως το Φανάρι υποστηρίζει την άποψη ότι δεν κρίνεται αναγκαία κάποια συνταγματική τροποποίηση για να ανοίξει και πάλι η σχολή, κάτι που υποστήριξε πριν από μερικές ημέρες και ο πρώην υπουργός Παιδείας της Τουρκίας Χουσεΐν Τσελίκ, κάνοντας λόγο για δικαίωμα των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων να ανοίγουν σχολεία με βάση τη Συνθήκη της Λωζάννης. «Η Θεολογική Σχολή στη Χάλκη μπορεί να επαναλειτουργήσει με πολύ εύκολο τρόπο, δίχως να χρειαστεί νομοθετική αλλαγή. Μπορεί να υπάγεται στο υπουργείο Παιδείας και να επαναλειτουργήσει ως διετής ανώτερη σχολή, η οποία θα ανήκει σε βακούφι», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τσελίκ.

Η αμερικανική πλευρά άλλωστε αναφέρεται συχνά στην καταπάτηση των θρησκευτικών ελευθεριών στην Τουρκία, την οποία το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, στην τελευταία σχετική έκθεσή του, συγκαταλέγει ανάμεσα στις 30 χώρες με αξιοσημείωτες παραβιάσεις των ελευθεριών αυτών. Στη συγκεκριμένη έκθεση υπάρχουν αρκετές αναφορές σε προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι θρησκευτικές μειονότητες, κάνοντας μνεία, μεταξύ άλλων, στο γεγονός ότι δεν υπάρχει νομική αναγνώριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως «Πατριαρχείου» –οι Τούρκοι το αναφέρουν ως «Πατριαρχείο Φαναρίου»– ούτε αναγνώριση του οικουμενικού χαρακτήρα του.

του Γιώργου Διονυσόπουλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.